Η αναρχομηδενιστική ομάδα “Βαρκάρηδες” που ταρακούνησε την Θεσσαλονίκη


To 1894 δεκατριάχρονοι Βούλγαροι μαθητές Yordan Yordanov (Οrtzeto) και Konstantin Kirkov φτάνουν στην τότε Οθωμανική Θεσσαλονίκη για να φοιτήσουν στο Γυμνάσιο. Ένα χρόνο αργότερα δημιουργούν με συμμαθητές τους έναν επαναστατικό πυρήνα και πρωτοστατούν σε μαθητικές κινητοποιήσεις. Το 1897 σχηματίζουν την ομάδα των “Ταραχοποιών”  και έρχονται σε επαφή με αναρχικούς και νιχιλιστικούς κύκλους της Γενεύης. Η ομάδα τους μετεξελίσσεται στους “Βαρκάρηδες” με “ιδεολογία” τους τον τερρορισμό. Σκοπός τους να ανατινάξουν κάποιους απο τους σημαντικότερους κρατικούς και καπιταλιστικούς στόχους της πόλης.  Ανοίγονται σε ένα απίστευτο μπάρκο για να καταφέρουν τελικά να συγκλονίσουν την Θεσσαλονίκη τον Απρίλη του 1903 πληρώνοντας όλοι με την ζωή ή την ελευθερία τους.  Η δράση τους, από τις 28 Απριλίου μέχρι την 1η Μαΐου του 1903 περιελάμβανε διάφορες επιθέσεις: την ανατίναξη των γαλλικών συμφερόντων πλοίου «Γουανταλκιβίρ» κατά την αναχώρησή του από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, την ανατίναξη του κτιρίου της οθωμανικής τράπεζας, την ανατίναξη του κεντρικού αγωγού αερίου, διάφορες εκρήξεις σε συγκεκριμένα σημεία της πόλης, δυο συμπλοκές με στρατιώτες του οθωμανικού στρατού και ένα αποτυχημένο εγχείρημα δολοφονίας του Οθωμανού δημάρχου της πόλης. Κατά τη διάρκεια αυτών των ενεργειών έξι από τους Γεμιτζήδες σκοτώθηκαν και τέσσερις συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν
Οι επαναστατικές ιδέες άρχισαν να εμφανίζονται από το 1870 και έπειτα σε διάφορες περιοχές των Βαλκανίων. Όμως την πιο έντονη παρουσία τους έκαναν στη Βουλγαρία και σε όλες τις εκτάσεις, μέχρι και τη Θεσσαλονίκη, που αυτή κατείχε ή απλώς εκμεταλλευόταν.
Το 1871 ιδρύθηκε το Εργατικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, με αρκετές τάσεις στο εσωτερικό του, μέχρι και αναρχικούς. Αργότερα το 1905, το κόμμα αυτό διασπάστηκε και προήλθαν δύο βασικές τάσεις, που η κάθε μία τους έπαιξε το δικό της ρόλο στην ανάπτυξη και προώθηση του γενικότερου κοινωνικού επαναστατικού κινήματος της εποχής. Οι τάσεις αυτές ήσαν οι λεγόμενοι στενοί σοσιαλιστές, οι οποίοι ήσαν επαναστάτες και διεθνιστές και οι φαρδιοί, οι οποίοι είχαν μεταρρυθμιστικές και μόνο απόψεις.Το 1893 στη Ρέσνα της βόρειας Μακεδονίας, διάφοροι αναρχικοί και σοσιαλεπαναστάτες, όπως ο Γκότσε Ντέλτσεφ από το Κιλκίς, ο Νταμιάν Γκρούεφ από το Μοναστήρι (ο οποίος το 1894 εξέδωσε στη Θεσσαλονίκη τη χειρόγραφη επαναστατική εφημερίδα «Βαστάνικ» – «Επανάσταση»), ο Πέρε Τόσεφ από το Πρίλεπ, ο Κρίστο Τατάρτσεφ και διάφοροι άλλοι, ίδρυσαν τη Μυστική Επαναστατική Οργάνωση Μακεδονίας-Ανδριανούπολης, με σκοπό «την επαναστατική οργάνωση της λαϊκής μάζας εναντίον του απολυταρχικού καθεστώτος του Αμπντούλ Χαμίντ… και την ένωση σε ένα σύνολο όλων των δυσαρεστημένων λαών της Μακεδονίας και Θράκης, ανεξάρτητα από εθνικότητα, για να κατακτήσουν με την επανάσταση την πλήρη πολιτική αυτονομία γι’ αυτές τις δύο περιοχές».Οι προαναφερόμενοι αποτέλεσαν την αριστερή πτέρυγα της οργάνωσης και δεν άργησαν να διαφωνήσουν και να συγκρουσθούν με τη συντηρητική πτέρυγά της, που είχε ως βασικούς της εκφραστές τους σοσιαλπατριώτες Σ. Ράντελ και Μπ. Σαράφωφ. Συγκρούσθηκαν επίσης με μια τάση Βούλγαρων εθνικιστών και τελικά το 1897 οι αναρχικοί και διάφοροι άλλοι αποχώρησαν από την οργάνωση. Στο διάστημα 1897-1898, αρκετοί αναρχικοί εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη, οι περισσότεροι όχι, όμως, ως μόνιμοι κάτοικοί της, αλλά ως εποχιακοί εργαζόμενοι.Την ίδια εποχή, ο Ιβάν Γκαρμπόφ εξέδωσε στη Θεσσαλονίκη την επαναστατική χειρόγραφη εφημερίδα «Μπόρμπα» («Αγώνας»), στη βουλγαρική γλώσσα.

 

Το 1894 άρχισε η διαδικασία συγκρότησης της αναρχικής ομάδας «Πλήρωμα» (σ.σ. εννοώντας, ή το πλήρωμα του χρόνου που ήρθε πλέον ή και τους επιβαίνοντες σε μια βάρκα που θα οδηγούσε στα νερά της επανάστασης). Κατά άλλους (Γιάννης Μέγας «Οι “Βαρκάρηδες” της Θεσσαλονίκης. Η Βουλγαρική αναρχική ομάδα και οι βομβιστικές ενέργειες του 1903», Εκδόσεις «Τροχαλία»), η ομάδα ονομαζόταν «Βαρκάρηδες» (Γκεμιτζήδες) . Οι «Γκεμιτζήδες» συγκροτούσαν μια ομάδα νεαρών με αναρχικές καταβολές, της οποίας τα μέλη ήταν όλοι απόφοιτοι του Εξαρχικού (Βουλγαρικού) Γυμνασίου Αρρένων της Θεσσαλονίκης. Η ομάδα αυτή ενεργούσε υπό την αρχηγία του καθηγητή του Βουλγαρικού Γυμνασίου Αρρένων Ντάμιεν Γκρούεφ. Σκοπός των βομβιστικών αυτών επιθέσεων ήταν να προσελκύσουν την προσοχή των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής στο πρόβλημα της οθωμανικής καταπίεσης στη Μακεδονία και στη Νότια Θράκη λειτουργώντας ως προπομπός, χρονικά,  στο πλαίσιο της προετοιμασίας για την εξέγερση του Ίλιντεν καθώς και για να δοθεί μια επαναστατική ώθηση στην ανάπτυξη της κοινωνικής συνείδησης ανάμεσα στους καταπιεσμένους της Θεσσαλονίκης και όλης της περιοχής. Η ομάδα αυτή φαίνεται ότι επέλεξε την ατομική τρομοκρατία ως τακτική για να αντιμετωπιστεί ο κρατικός μηχανισμός, ενώ  η δράση της ήταν αυτόνομη απο κάθε άλλη οργάνωση, με αποτέλεσμα  οι ενέργειές τους να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στα σχέδια που έκανε η ΕΜΕΟ για την εξέγερση του Ίλιντεν. Έχοντας στο μυαλό τους ότι η περιοχή της Μακεδονίας κατοικούνταν από διαφορετικές εθνότητες και θρησκευτικές ομάδες, οι αναρχικοί και ανάμεσά τους οι Γκεμιτζήδες, προέταξαν το δικαίωμα των κατοίκων, ασχέτως θρησκείας και εθνικότητας, να αποφασίσουν το μέλλον της περιοχής στην οποία ζούσαν. Αντί να επιδίδονται σε μια αιματοχυσία μεταξύ των ανθρώπων σχετικά με το τίνος είναι η Μακεδονία επιθυμούσαν μετά την απελευθέρωση, την ειρηνική επίλυση των οποιωνδήποτε διαφωνιών μεταξύ των κατοίκων. ΗΕσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΕΟ), προέβη αντίστοιχα σε ένοπλη εξέγερση εναντίον των Οθωμανών (γνωστή ως Εξέγερση του Ίλιντεν). Παρά την αποτυχία της στην δημιουργία μιας αυτόνομης Μακεδονίας, συνέχισε την δράση της για τα επόμενα χρόνια κυρίως μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, υπερασπιζόμενη τα βουλγαρικά εθνικά συμφέροντα. Παρ΄ όλα αυτά, τόσο η δράση της ΕΜΕΟ όσο και των Βαρκάρηδων διακόπηκε μειώνοντας γενικά τις επιθέσεις αναρχικών ομάδων στη περιοχή των Βαλκανίων. Πιο συγκεκριμένα, η δράση της ΕΜΕΟ περιορίστηκε με το πέρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ το κίνημα των Βαρκάρηδων έληξε με την φυλάκιση των εναπομεινάντων μελών της οργάνωσης, εκ των οποίων λέγεται πως δύο διέφυγαν μετά τα γεγονότα και τις συλλήψεις της 28ης και 29ης Απριλίου.

 

Στις αρχές του 1898, τα αναρχικά στοιχεία που αποχώρησαν από την Μυστική Επαναστατική Οργάνωση Μακεδονίας-Αλεξανδρούπολης, ίδρυσαν στη Φιλιππούπολη, στο Κουστενίλ και στη Γενεύη, αναρχικές ομάδες με γενικό σύνθημα «Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης». Η Ομάδα της Γενεύης βρισκόταν σε άμεση επαφή με Ρώσους αναρχικούς και εξέδωσε ένα έντυπο με τίτλο «Εκδίκηση». Δύο μέλη της ομάδας αυτής, οι Σλάβι Μερντζιάνοφ και Πέτρα Μαντζούκοφ, αποτέλεσαν στη συνέχεια μέλη της ομάδας «Βαρκάρηδες-Πλήρωμα».

Η ομάδα άρχισε να καταστρώνει σχέδια για βομβιστικές επιθέσεις με στόχο την συντριβή του κρατικού μηχανισμού, τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και στην Κωνσταντινούπολη και αλλού. Ο βασικός υπεύθυνος για την ιδεολογική κατάρτιση της ομάδας ήταν ο Μερντζιάνοφ, ο οποίος προώθησε στην ομάδα έργα των Κροπότκιν, Ζαν Γκραβ, Στέπνιακ και άλλων.

 

Το καλοκαίρι του 1899, ο Μερντζιάνοφ και διάφοροι άλλοι σχεδίασαν δολοφονική απόπειρα κατά του σουλτάνου και για το σκοπό αυτό ζήτησαν και πήραν σημαντικό χρηματικό ποσό από διάφορους φίλους και γνωστούς. Το Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου, ο Μερντζιάνοφ μαζί με δύο άλλους συντρόφους του, πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου παρά τη βοήθεια κάποιων Αρμενίων επαναστατών, αντιλήφθηκε ότι η απόπειρά του ήταν ακατόρθωτη. Την ίδια στιγμή, τα μέλη του «Πληρώματος» που βρίσκονταν στη Θεσσαλονίκη συνέχιζαν την προετοιμασία των βομβιστικών ενεργειών. Στην ομάδα προσχώρησαν νέα μέλη.

Τελικά, μετά από διάφορα εμπόδια, οικονομικά προβλήματα, κίνδυνο συλλήψεων κ.λπ., η ομάδα ήταν έτοιμη να αρχίσει τις βομβιστικές επιθέσεις. Έτσι, στις 28 Απριλίου 1903, ανατινάχθηκε από τον Σάτεφ το γαλλικό ποταμόπλοιο «Γουαδαλκιβίρ», ενώ ταυτόχρονα εκδηλώθηκε βομβιστική επίθεση εναντίον του τραίνου από την Αλεξανδρούπολη από τους Μέτσεφ, Άρσοφ και Τρούτσκοφ. Την επόμενη μέρα, οι Τούρκοι αντιλήφθηκαν ότι κάτι τρέχει με τον Σάτεφ και άρχισε κυνηγητό για τη σύλληψή του. Τότε ο Κίρκοφ ανατίναξε σωλήνες φωταερίου και μεγάλα τμήματα της πόλης βυθίστηκαν στο σκοτάδι, ενώ σταμάτησε και η παροχή νερού.

Γκεμιτζήδες: Οι αναρχικοί "βαρκάρηδες" της Θεσσαλονίκης.

Την ίδια στιγμή, ο Άρσοφ επιτέθηκε στο γερμανικό καφενείο, διαφεύγοντας μέσα στο αλλαλάζον πλήθος. Σκοτώθηκε ένας σερβιτόρος. Λίγα λεπτά αργότερα, ο Πίνγκοφ πέταξε φυσίγγια δυναμίτιδας στον κήπο της Οθωμανικής Τράπεζας από το ξενοδοχείο «Μποσνάκ Χάνι». Στο τέλος, προσπάθησε να πυρπολήσει και το ξενοδοχείο, αλλά δεν τα κατάφερε. Εκσφενδόνισε και άλλα φυσίγγια δυναμίτιδας στην είσοδο της Οθωμανικής Τράπεζας και ένα άτομο σκοτώθηκε εκεί.Στο μεταξύ, ο Ορτζέτο πυροδότησε τα εκρηκτικά στη σήραγγα που είχαν σκάψει κάτω από την Οθωμανική Τράπεζα. Ακούστηκε μία φοβερή έκρηξη που ταρακούνησε συθέμελα την πόλη. Το κτίριο της Οθωμανικής Τράπεζας κατέρρευσε και καταστράφηκε ολοσχερώς, εκτός από έναν τοίχο. Σκοτώθηκε ένας καπνοπώλης που βρισκόταν εκεί κοντά. Τότε ο Πίνγκοφ κατευθύνθηκε προς το σπίτι των Μέτσεφ και Τρούτσκοφ, αλλά έπεσε σε φρουρά των Τούρκων. Αρνήθηκε να ελεγχθεί από τους στρατιώτες και σκοτώθηκε επί τόπου. Ήταν το πρώτο θύμα της ομάδας.

Γκεμιτζήδες: Οι αναρχικοί "βαρκάρηδες" της Θεσσαλονίκης.

Ο Κίρκοφ, αφού είχε ανατινάξει τους αγωγούς του γκαζιού, κατευθυνόταν προς το Βαρδάρη, αλλά άκουσε την έκρηξη στην Τράπεζα και άρχισε να πετάει φυσίγγια δυναμίτιδας οπουδήποτε. Ένα έσκασε μπροστά στο ξενοδοχείο «Grand Hotel» και ένα άλλο στο θέατρο «Eden», χωρίς να προκαλέσουν μεγάλες ζημιές. Τελικά, ξέφυγε και κρύφτηκε στο δωμάτιό του.

Οι Μέτσεφ και Τρούτσκοφ είχαν αποτύχει στο εργοστάσιο φωταερίου και χώρισαν, κατευθυνόμενοι στο δωμάτιό τους. Στο δρόμο πετούσαν και αυτοί φυσίγγια δυναμίτιδας και έτσι ακολουθήθηκαν από στρατιώτες και αστυνομικούς, ώσπου έφτασαν στο δωμάτιό τους, όπου περικυκλώθηκαν. Άρχισαν τότε να πετούν φυσίγγια από το παράθυρο, που μερικά σκότωσαν και τραυμάτισαν κάποιους στρατιώτες ενώ κάποια έπεσαν στην αυλή της διπλανής Γερμανικής Σχολής και προκάλεσαν ζημιές. Στο τέλος, σκοτώθηκαν και οι δύο από τα εχθρικά πυρά.

Γκεμιτζήδες: Οι αναρχικοί "βαρκάρηδες" της Θεσσαλονίκης.

Στην πόλη επιβλήθηκε αμέσως στρατιωτική τρομοκρατία από τους Τούρκους, που διαρκώς ενισχύονταν με νέα στρατεύματα. Στις 30 Απριλίου η τρομοκρατία εξακολουθούσε και ελάχιστα καταστήματα άνοιξαν. Έγιναν πολυάριθμες συλλήψεις, ακόμα και επώνυμων Βούλγαρων και άρχισαν να λειτουργούν έκτακτα στρατοδικεία. Ο Ορτζέτο κρυβόταν σε ένα σπίτι κοντά στο εργοστάσιο Αλατίνι. Από εκεί άρχισε να ρίχνει βόμβες στο δρόμο και να πυροβολεί. Περικυκλώθηκε όμως από τους Τούρκους και ακολούθησε μάχη. Όταν οι Τούρκοι μπήκαν στο σπίτι, ο Ορτζέτο αυτοκτόνησε. Μερικοί λένε ότι είχε σταθεί στο ανοικτό παράθυρο πυροβολώντας, ώσπου τον χτύπησε μια ριπή. Ένας σύντροφός του που ήταν μαζί του κατάφερε να ξεφύγει προς στιγμήν, αλλά σκοτώθηκε και αυτός λίγα τετράγωνα παρακάτω.

Στο μεταξύ, ο τουρκικός όχλος άρχισε να ξεσηκώνεται και σε μερικές περιπτώσεις έγιναν και δολοφονίες Βούλγαρων. Οι συλλήψεις Βούλγαρων, κυρίως σχισματικών (των λεγόμενων εξαρχικών), επεκτάθηκαν και στην Ελλάδα, στην Αθήνα, στα Τρίκαλα, στη Λάρισα και στο Βόλο. Την 1η Μαΐου οι συλλήψεις και η τρομοκρατία συνεχίζονταν.

Όσον αφορά τη δράση των Γκεμιτζήδων, είναι σημαντικό να τονίσουμε  τη συνειδητή πρόθεση της ομάδας να αποφύγει τον τραυματισμό ανθρώπων κατά τις επιθέσεις και έτσι, αυτές να λάβουν ξεκάθαρα το χαρακτήρα της εναντίωσης στο ευρωπαϊκό κεφάλαιο και στην οθωμανική κυβέρνηση. Το πλοίο «Γκουανταλκιβίρ» εσκεμμένα αχρηστεύθηκε κοντά στο λιμάνι και όχι στα ανοιχτά, ώστε να καταστεί δυνατή η διάσωση των επιβατών. Ομοίως, πέντε λεπτά πριν την ανατίναξη της οθωμανικής τράπεζας, ο Yordanov που είχε αναλάβει να φέρει σε πέρας την επίθεση, έτρεξε μέσα στην τράπεζα να ειδοποιήσει το διευθυντή και την οικογένειά του να εγκαταλείψουν το κτίριο

Ορισμένα μέλη της ομάδας κυκλοφορούσαν ακόμα ελεύθερα, όπως ο Κίρκοφ, ο οποίος αναμείχθηκε σε επεισόδιο με κάποιον τηλεγραφητή και σκοτώθηκε από στρατιώτη. Ο Τσβέτκοφ έπεσε σε περίπολο στρατιωτών που τον κυνηγούσε και μη μπορώντας να ξεφύγει, πυροδότησε μια βόμβα κάθισε πάνω της και αυτοκτόνησε.

Στις 2 Μαίου συνελήφθη τέλος, ο Μπογκντάνοφ, μεταφέροντας ένα κιβώτιο με δυναμίτιδα. Στις 6 Μαΐου, ο Σάτεφ μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη, αφού μετά την ανατίναξη του «Γουαλδακιβίρ», προσπάθησε να διαφύγει με το τραίνο προς τα Σκόπια, συνελήφθη και κλείστηκε στο υπόγειο του Διοικητηρίου. Οδηγήθηκε στον έπαρχο Θεσσαλονίκης και από εκεί στο Στραταρχείο, όπου συνήλθε το στρατοδικείο. Δεν επιτράπηκε η παρουσία εισαγγελέα ούτε και συνηγόρων.

Στις 9 και 10 Μαΐου είχε ήδη δημιουργηθεί αδιαχώρητο από τις αθρόες συλλήψεις Βούλγαρων, στις φυλακές και τα κρατητήρια της πόλης. Το στρατοδικείο συνεδρίαζε καθημερινά, εξετάζοντας τα συλληφθέντα μέλη των «Βαρκάρηδων». Στις 13 Μαΐου, συνελήφθη και ο Μποσνιάκοφ, που είχε μείνει κρυμμένος επί 14 μέρες. Την 1η Ιουνίου τραυματίστηκε από ξιφολόγχη σε επεισόδιο στη φυλακή.

Γκεμιτζήδες: Οι αναρχικοί "βαρκάρηδες" της Θεσσαλονίκης.Στις 6 Ιουνίου, ανακοινώθηκε η απόφαση του στρατοδικείου για τα τέσσερα εναπομείναντα μέλη. Οι Μπογκντάνοφ, Μποσνιάκοφ, Άρσοφ και Παύλε Πότσιεφ (το πραγματικό όνομα του Σάτεφ) καταδικάστηκαν σε θάνατο και κλείστηκαν στις φυλακές Επταπυργίου. Το φθινόπωρο του 1905 ο σουλτάνος μετέτρεψε όλες τις θανατικές ποινές σε εξορία. Έτσι, μέσω Καβάλας, Σμύρνης και Τρίπολης Λιβύης, οι τέσσερις οδηγήθηκαν στη φοβερή φυλακή Φεζάν, στην έρημο της Λιβύης, με 48 βαθμούς θερμοκρασία. (σ.σ.: Στη φυλακή αυτή εξορίστηκαν 78 Κρητικοί, μετά την καταστολή της εξέγερσης του νησιού τους το 1897, όπου πέθαναν αρκετοί). Εκεί ο Μποσνιάκοφ πέθανε από ελονοσία στις 14 Φεβρουαρίου 1908 και ο Άρσοφ από εξάντληση στις 8 Ιουνίου του ίδιου χρόνου.

Στις 30 Ιουλίου 1908, με το κίνημα των Νεότουρκων στη Θεσσαλονίκη, χορηγήθηκε αμνηστία και οι δύο τελευταίοι εναπομείναντες της ομάδας, Σάτεφ και Μπογκντάνοφ, δεν θέλησαν να φύγουν αφήνοντας εκεί τα πτώματα των συντρόφων τους. Έτσι, λόγω της αφόρητης ζέστης, κατάφεραν να κόψουν μόνο τα κεφάλια τους και να τα βάλουν σε ένα σάκο.

Στις 18 Αυγούστου οι δύο Βούλγαροι αναρχικοί, μαζί με δύο Αρμένιους, έφυγαν και, μέσω πολλών σταθμών και περιπετειών, έφθασαν στις 18 Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη και παρέδωσαν στους γονείς τους τα κεφάλια των δύο συντρόφων τους. Ο Μπογκντάνοφ πέθανε λίγα χρόνια αργότερα στη Βουλγαρία και ο Σάτεφ δολοφονήθηκε το 1946 από τους άνδρες του Τίτο.

Γκεμιτζήδες: Οι αναρχικοί "βαρκάρηδες" της Θεσσαλονίκης.

Τα μέλη της αναρχικής ομάδας «Γκεμιτζήδων» ήταν λοιπόν οι:

* Γιορντάν Πόπε Γιορντάνοφ, γνωστός και ως Γιορντάν Οργκάντζιεφ, αλλά όλοι τον φώναζαν Ορτζέτο. Γεννήθηκε το 1881 στα Βελεσά και από τα γυμνασιακά χρόνια αναμίχθηκε σε επαναστατικές οργανώσεις. Ήταν η ψυχή της ομάδας.

* Κονσταντίν Κίρκοφ, που γεννήθηκε στα Βελεσά το 1882, άρρηκτα δεμένος με τον Ορτζέτο από τα παιδικά τους χρόνια. Είχε εξαιρετική μνήμη και σαρκαστικό χιούμορ.

* Παύλε Πότσιεφ (Πάβελ Σάτεφ), που γεννήθηκε το 1882 στο Κράτοβο. Από το 1910 έως το 1913 εργάσθηκε ως καθηγητής στο Εμπορικό Γυμνάσιο.

* Μάρκο Στόγιαν Μποσνιάκοφ, που υπήρξε αξιωματικός του βουλγαρικού στρατού και πριν πάει στη Θεσσαλονίκη ζούσε επί 13 χρόνια στη Βουλγαρία. Ο μόνος που δεν έλαβε μέρος στους βομβισμούς και επρόκειτο να φύγει από την πόλη πριν αυτοί εκδηλωθούν. Πέθανε στη Βουλγαρία το 1915.

* Ντιμιτάρ Μέτσεφ, που γεννήθηκε το 1870 στα Βελεσά κι έμεινε ορφανός από πολύ μικρός. Το 1898 αποπειράθηκε να σκοτώσει με τσεκούρι έναν τοπικό άρχοντα, αλλά απέτυχε και διέφυγε στα βουνά με τους Τσέτες.

* Γκιόργκι Πέτρε Μπογκντάνοφ, που γεννήθηκε το 1882 στα Βελεσά, ήταν από πλούσια οικογένεια. Ο πατέρας του το 1901 τον έστειλε να εργασθεί στη Θεσσαλονίκη σε εμπορομεσιτικό γραφείο. Πέθανε στην εξορία όπως είπαμε πριν.

* Βλαδιμίρ Πίνγκοφ, που γεννήθηκε το 1863 στα Βελεσά, άνθρωπος παράτολμος και γι’ αυτό ανελάμβανε πάντα τις πιο ριψοκίνδυνες αποστολές της ομάδας.

* Ίλια Τρούτσκοφ, που γεννήθηκε το 1885 στα Βελεσά και εργαζόταν στη Θεσσαλονίκη ως τσαγκάρης.

* Τράικο Τσβέτκοφ, που γεννήθηκε το 1878 στο Ρέσεν και ζούσε στη Θεσσαλονίκη αρκετά χρόνια, όντας ενεργό μέλος της βουλγαρικής κοινότητας.

* Μίλαν Άρσοφ, που γεννήθηκε το 1886, ο μικρότερος της ομάδας. Το 1903 κατά τους βομβισμούς ήταν μαθητής της 4ης τάξης του γυμνασίου. Πέθανε και αυτός στην εξορία.

Comments are closed.